Τρίτη 15 Μαρτίου 2011

Λέσχη Δημιουργικής Γραφής ΓΟΜΟΛΑΣΤΙΧΑ - Η Γένεσις


Η Λέσχη Δημιουργικής Γραφής ΓΟΜΟΛΑΣΤΙΧΑ γεννήθηκε ένα απόγευμα του Δεκεμβρίου του 2008 στην Καστέλλα του Πειραιά. Πρώτα της μέλη τρεις Πειραιώτες και τρεις βάρβαροι.

Η σύλληψη όμως είχε γίνει αρκετούς μήνες πριν στο μυαλό τής πειραιώτισσας Γιούλης Αναστασοπούλου, μιας σαμάνου με υπνωτιστικά πράσινα μάτια, με έφεση στον ιμπρεσιονισμό και λατρεία στον Tom Robbins, που στη γυάλινη σφαίρα της έβλεπε ένα success story. Από κει και πέρα, η Λέσχη έπρεπε να επανδρωθεί με άξια μέλη, με διαφορετικούς βαθμούς αλληλοσυμπληρούμενων δεξιοτήτων. Σαν τους X-Men. Δε θα ’ταν δύσκολο. Η πάλη απέναντι στη Γιούλη, που είχε τεράστιες γνώσεις ψυχολογίας και υποβολής και ανυπέρβλητες ικανότητες πειθούς, θα ’ταν άνιση πάλη, σκιουρακίου απέναντι σε μαμμούθ, ένα πράγμα.

Ο Σοφοκλής Ρόκος ήταν ο πρώτος εκλεκτός. Καθηγητής Φιλολογίας, με τάσεις τρανσβεστισμού, περιτριγυρίζων, παρατηρών, παρενοχλών και ξεφτιλίζων ένα θέμα από διάφορες σκοπιές (ναι, ναι, είναι Ζυγός), με προκλητική θεματολογία στα γραπτά του που ανήκουν στον ευρωπαϊκό ρεαλισμό, με μόνιμη ανησυχία για τη συνοχή, την τάξη και την ασφάλεια, θα αποδεικνυόταν ο Νέστωρ της λέσχης. Με τη Γιούλη γνωρίζονταν από σεμινάρια συγγραφής που παρακολουθούσαν παλαιότερα, οπότε η αποδοχή της πρόσκλησης-πρόκλησης της γητεύτρας ήταν δεδομένη.

Δεύτερος ήταν ο πειραιώτης Παναγιώτης Ζερβός, ένας ήρεμος τύπος με ανεπτυγμένους κυνόδοντες και βλέμμα που γυάλιζε κάπως περίεργα ώρες ώρες, επιδεικνύων μια ανησυχητική ομοιότητα με το ίνδαλμά του, τον Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ. Έμενε μόνος με τη γάτα του, σκάλιζε κάτι σανσκριτικά (διηγήματα τρόμου τα ’λεγε και δεν είχαμε λόγο ν’ αμφιβάλλουμε) με οξείες και περισπωμένες, μουρμουρίζοντας ακαταλαβίστικα και τις ελεύθερες ώρες του δούλευε σε ένα βιβλιοπωλείο, έτσι για να μη βαριέται. Στην πρόκληση της Γιούλης απάντησε ένα παραδόξως ξεκάθαρο «ναι» κι όχι νυαρλαθοτέπ αγκού – κι αυτό ήταν καλός οιωνός.

Τρίτη η Αγγελική Μαρίνου, τραπεζική υπάλληλος, άτομο σοβαρό και καλά, στην πραγματικότητα ό,τι να ’ναι. Είχε μια μάλλον καρμική σχέση με τη Γιούλη Αναστασοπούλου, εφόσον, κάνοντας την πρώτη τους γνωριμία μέσω του ίντερνετ, διαπίστωσαν με έκπληξη ότι κατοικούσαν με μερικά οικοδομικά τετράγωνα απόσταση, όπου και άρχισαν να κάνουν παρέα. Στην πρώτη συνάντηση της λέσχης ήρθε με απειλή όπλου, γιατί μια καφετζού της είχε πει ότι η συναναστροφή με λογοτέχνες-κουλτουριάρηδες-χαμένα κορμιά θα παρεμπόδιζε τις εναγώνιες προσπάθειές της να γίνει επιτέλους μάνα.

Επόμενος ήταν ο Νίκος Ξένιος, επίσης καθηγητής φιλολογίας. Ένας πολυπράγμων, πολύπλευρος έως πολυμορφικός άνθρωπος με χίλιες δυο ανησυχίες, ένας λεπτός μίσχος, ένα λουλούδι, που θα ’σπαζε τα νεύρα ολονών με τις ανασφάλειές του: «Μα πείτε μου α) για το καινούργιο μου διήγημα, β) θεατρικό, γ) δοκίμιο, δ) τα καινούργια μου μποτίνια», απορίες που θα οπλοπολυβόλιζε με συχνότητα 100 ανά δευτερόλεπτο. Μα είναι το χρώμα της ομάδας, χωρίς αυτόν όλα είναι μουντά (έτσι συνεννοηθήκαμε να του λέμε).

Ήταν και η Μάνια, μια πολύ αξιόλογη γυναίκα που θα προσέδιδε μια ισορροπία στην ομάδα, αν δε μας άφηνε πολύ νωρίς για προσωπικούς της λόγους. Φτου.

Κι όμως καταφέραμε να φτάσουμε και σε επόμενο επεισόδιο.

To be continued.

2 σχόλια: